exudate$27060$ - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

exudate$27060$ - translation to ολλανδικά

FLUID EMITTED THROUGH PORES OR A WOUND
Exudative; Exudates and transudates; Serous exudate; Exudation; Excudate; Exude; Exudates; Exudes; Exuding; Exuded; Exsūdāre; Exsudative; Exsudation; Exsudate; Plant exudates; Plant exudate
  • Exudate from a wound on a human finger

exudate      
n. afscheiding, wat uitgestoten is

Ορισμός

Exudate
·vt & ·vi To Exude.
II. Exudate ·add. ·noun A product of exudation; an exuded substance.

Βικιπαίδεια

Exudate

An exudate is a fluid emitted by an organism through pores or a wound, a process known as exuding or exudation.Exudate is derived from exude 'to ooze' from Latin exsūdāre 'to (ooze out) sweat' (ex- 'out' and sūdāre 'to sweat').